ῥόδινοι

ῥόδινοι
ῥόδινος
made of
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πιπεριά — (καψικό το ετήσιο). Φυτό της οικογένειας των Σολανιδών (δικοτυλήδονα), που κατάγεται από τη Νότια Αμερική. Έχει βλαστό όρθιο, πράσινο, ποώδη, φύλλα λογχοειδή, ακέραια, πράσινα, στίλβοντα και άνθη μικρά με στεφάνη λευκή, πεντάλοβη. Οι καρποί… …   Dictionary of Greek

  • κεραμική — Τέχνη παραγωγής χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων από άργιλο και άλλες ουσίες. Τα αντικείμενα διαμορφώνονται από την εύπλαστη μάζα υγρού πηλού και υποβάλλονται σε αποξήρανση και ψήσιμο για να σκληρύνουν και να σταθεροποιηθούν. Η ποικιλία… …   Dictionary of Greek

  • μυοσωτίδα — Κοινή ονομασία φυτών του γένους μυοσωτίδα, της οικογένειας των βοραγινιδών (δικοτυλήδονα), η οποία περιλαμβάνει πολυάριθμα ποώδη είδη, από το κοινότατο «μη με λησμόνει» (μ. η ελοχαρής), που αυτοφύεται σε υγρές θέσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, έως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”